Αναξιοποίητος ο πλούτος των εγχώριων ποικιλιών οινοποιήσιμων σταφυλιών στην Ελλάδα και το εξωτερικό

ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ - ΠΕΡΙ ΟΙΝΟΥ

 Επιμέλεια Μαρία Ανθοπούλου Κελεσίδου

 

Ά

γνωστες παραμένουν οι ελληνικές ποικιλίες οινοποιήσιμων αμπελιών στην μεγάλη πλειοψηφία των καταναλωτών του εξωτερικού ενώ την ίδια στιγμή στη χώρα μας ελάχιστες καλλιεργούνται συστηματικά. Αυτό τονίστηκε στη 1η Συνάντηση για την Ελληνική Αμπελουργία, που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Ελληνικού Οίνου, στο Καπανδρίτι Αττικής, στις 21 και 22 Απριλίου 2012. Όπως τόνισε στον ΑγροΤύπο ο Γεωπόνος Οινολόγος κ. Κωνσταντίνος Μπακασιέτας, «η μεγάλη πλειοψηφία των καταναλωτών στο εξωτερικό δεν γνωρίζει τις ελληνικές ποικιλίες. Δεν υπάρχουν πληροφορίες σε ξένες γλώσσες για αυτές. Μόνο κάποιοι κύκλοι της αγοράς και των ξένων πανεπιστημίων γνωρίζουν τις ποικιλίες της χώρας μας. Έχει έρθει λοιπόν η στιγμή να αξιολογηθούν οι γηγενείς ποικιλίες αμπέλου, εάν θέλουμε να πάει το ελληνικό κρασί σε ένα ανώτερο επίπεδο ποιότητας».

 

Στη συνάντηση τονίστηκε ότι η επιφάνεια ΠΟΠ ζωνών στην Ελλάδα με εγχώριες ποικιλίες είναι πολύ μικρή αναλογικά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου κ. Άγγελος Ρούβαλης, η σημερινή έκταση που καλλιεργείται στη χώρα μας με οινοποιήσιμα αμπέλια ανέρχεται σε 600 – 700 χιλιάδες στρέμματα. Σε αυτές καλλιεργούνται περίπου 400 γηγενείς ποικιλίες.
Πάντως όπως υποστηρίχθηκε από τον κ. Μπακασιέτα, «όσοι ξένοι γνωρίζουν τις ελληνικές ποικιλίες εντυπωσιάζονται με τις ιδιότητές τους. Τις θεωρούν σαν πηγή γενετικού υλικού εξαιρετική. Θεωρούνται μοναδικές και γονιδιακά απέχουν από τις υπόλοιπες ποικιλίες της Μεσογείου».

Σήμερα οι πιο γνωστές ποικιλίες στη διεθνή αγορά είναι οι πέντε γαλλικές (Merlot, Cabernet Sauvignon, Syrah, Sauvignon Blanc, Chardonnay). Μετά από πολυετή έρευνα που έγινε, με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, φάνηκε ότι στις ευρωπαϊκές ποικιλίες, που θα μπορούσαν τα επόμενα χρόνια να παίξουν σημαντικό ρόλο στη διεθνή αγορά και να συμπληρώσουν την πεντάδα των παραπάνω γαλλικών ποικιλιών, συμπεριλαμβάνονται οι ελληνικές Αγιωργίτικο και Ασύρτικο. Αυτές τις δύο συμπληρώνουν οι πορτογαλικές Touriga National και Albarino, καθώς και η ιταλική Sangiovese.

Προβλήματα στην Ελλάδα
Στη χώρα μας υπάρχουν σοβαρά προβλήματα με τις ελληνικές ποικιλίες. Όπως ανέφερε ο κ. Μπακασιέτας, «στον κατάλογο των συνιστώμενων και επιτρεπόμενων ποικιλιών δεν υπάρχουν όλες οι ποικιλίες του εθνικού καταλόγου». Σαν μεγάλο πρόβλημα επίσης ανέφερε ότι ο κατάλογος συνιστώμενων ποικιλιών είναι ανά Περιφερειακή Ενότητα (πρώην νομαρχίες) και όχι ανά Περιφέρεια. Όπως υποστήριξε «έτσι θα μπορούσαμε να έχουμε μια πιο πλήρη εικόνα του ελληνικού αμπελώνα». Επίσης σε πολλές Περιφερειακές Ενότητες παρουσιάζεται το φαινόμενο οι ελληνικές ποικιλίες να είναι λιγότερες από τις ξενικές.
Ένα ακόμη πρόβλημα που ανέφερε είναι ότι δεν υπάρχει πρωτόκολλο κλωνικής καταγραφής. «Αυτό εμποδίζει τη σωστή καταγραφή των ποικιλιών», τόνισε και πρόσθεσε ότι «έτσι κινδυνεύουμε να χάσουμε την αξία και την αποκλειστικότητα των ονομάτων, επειδή ήδη οι ξένοι αγοράζουν εμβόλια ελληνικών ποικιλιών».

Θετικά μηνύματα από εξωτερικό
Όμως ενώ στην Ελλάδα οι ελληνικές ποικιλίες δεν είναι τόσο δημοφιλείς στις τάξεις των αμπελουργών, στο εξωτερικό υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την καλλιέργειά τους, τόνισε ο κ. Μπακασιέτας και αποκάλυψε ότι:

  • Πέρσι έγινε εξαγωγή στην Αυστραλία εμβολίων με ποικιλία Ασύρτικο
  • Το 2012 στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ θα μπει στη λίστα των ποικιλιών επίσημα το Μοσχοφίλερο και η Μαυροδάφνη (με την ονομασία Θηνιά)
  • Ήδη στη Βόρεια Ιταλία έχουν καλλιεργηθεί εκτάσεις με Ασύρτικο
  • Στην Ισπανία γίνονται αιτήσεις εγγραφής τεσσάρων ελληνικών ποικιλιών
  • Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από τη Χιλή για να γνωρίσουν τις ιδιότητες των ελληνικών ποικιλιών.

Συμπερασματικά τονίστηκε στη συνεδρίαση ότι είναι επιτακτική η ανάγκη πιστοποίησης των ελληνικών ποικιλιών. Είναι ορατός ο κίνδυνος εξαφάνισης μεγάλου αριθμού αυτών, αφού, όπως αναφέρθηκε στη συνάντηση, οι συστηματικά καλλιεργούμενες στη χώρα μας σήμερα δεν είναι πάνω από σαράντα. Καταγγέλθηκε ακόμη ότι οι μελέτες και η έρευνα για αυτές είναι υποτυπώδεις.

 

Πηγή: Σταύρος Παϊσιάδης