ΑΠΟΨΕΙΣ - ΓΝΩΜΗ
Του Λάζαρου Κουμπουλίδη
Οι διαδοχικές δικτατορίες των Κονδύλη, Πάγκαλου, Μεταξά & Παπαδόπουλου, αλλά και ο εμφύλιος πόλεμος που μεσολάβησε, επέβαλλαν για πολλά χρόνια σιωπή αναφορικά με τη Γενοκτονία 353.000 Ελλήνων του Πόντου ως άμεσο αποτέλεσμα της επικράτησης του Κεμαλικού Φασισμού με το κίνημα των Νεοτούρκων. Καμία αναφορά στα ΜΜΕ, καμία αναφορά στα σχολικά βιβλία για αυτό το θέμα – «ταμπού», στα πλαίσια μιας ενδοτικής πολιτικής που κατ’ ευφημισμό ονομάστηκε «πολιτική καλής γειτονίας» απέναντι στις προκλήσεις της Τουρκίας.
Η Ελληνική Πολιτεία από το έτος 1994, οπότε κήρυξε την 19η Μάιου ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, θεώρησε ότι εξάντλησε το χρέος της και συνέχισε ανακουφισμένη την πολιτική της λήθης.
Προσφυγικοί φορείς και Σωματεία όμως καταβάλλουμε χρόνια τώρα προσπάθεια να αναδειχθεί το θέμα της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής, αλλά και των Αρμενίων, Ασσυρίων και Χαλδαίων, των χριστιανικών δηλαδή πληθυσμών που ήταν υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως το πλέον αποτρόπαιο έγκλημα του Τουρκικού Εθνικισμού και Κεμαλικού Φασισμού.
Στόχος είναι να καταδικαστεί ο θρησκευτικός φανατισμός που αποτέλεσε το βασικό υπόβαθρο της Γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής και οδήγησε μετά τη Συμφωνία της Λωζάννης σε αναγκαστικές μετακινήσεις, σφαγές και ξερίζωμα πληθυσμών, δημιουργώντας πρόσφυγες και από τις δύο πλευρές, με μοναδικό κριτήριο, όχι την καταγωγή ή τη γλώσσα, αλλά αποκλειστικά το θρήσκευμα. Γι’ αυτό το λόγο ξεριζώθηκαν οι Χριστιανοί Έλληνες, ενώ οι Μουσουλμάνοι Έλληνες παρέμειναν ανέγγιχτοι. Αντιστρόφως Μουσουλμάνοι, που για 400 χρόνια έζησαν και ρίζωσαν στον ελλαδικό χώρο, πολλοί εκ των οποίων ήταν αποκλειστικά Ελληνόφωνοι, αναγκάστηκαν να μεταφερθούν σε μία χώρα παντελώς ξένη σε αυτούς…
Στόχος επίσης είναι να καταδικαστούν οι Φασιστικές και Εθνικιστικές πολιτικές που αποσκοπούν μέσω «εθνοκάθαρσης» στη δημιουργία «καθαρών» εθνών. Υπό αυτήν την έννοια, «κεμαλιστές» υπάρχουν παντού, φυσικά και ανάμεσά μας…
Στόχος λοιπόν όλων πρέπει να είναι η καταδίκη του Φασισμού από όπου κι αν προέρχεται, ώστε η αποκάλυψη της Ιστορικής αλήθειας να προκαλέσει το σεβασμό προς την ανθρώπινη αξία και την εγρήγορση των λαών για να την προασπίσουν από επίδοξους «υπερπατριώτες» και την αποτροπή επανάληψης βίαιων συμπεριφορών που έχουν τον Φασισμό και τον Εθνικισμό ως υπόβαθρο, είτε αυτός είναι εθνικός, θρησκευτικός, φυλετικός είτε φέρει οποιοδήποτε από τα πολλά πρόσωπα του Φασισμού.
Αποτέλεσμα αυτής της πίεσης σε διεθνές επίπεδο είναι η αναγνώριση της Γενοκτονίας από Κοινοβούλια της Ευρώπης, της Αυστραλίας, Πολιτειών της Αμερικής αλλά και η αποστομωτική παραδοχή το Μάιο του 2009 από τον ίδιο τον τούρκο ηγέτη Ταγίπ Ερντογάν ότι «οι εκδιώξεις από το Κεμαλικό Κράτος όσων είχαν διαφορετική εθνική ταυτότητα ήταν αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης».
Η μη έγκαιρη διεθνής καταδίκη του Κεμαλικού Φασισμού στις αρχές του 19ου αιώνα και η προσπάθεια συγκάλυψης της Γενοκτονίας, οδήγησε στη μεγαλύτερη Γενοκτονία της Ανθρώπινης Ιστορίας, δηλαδή των Εβραίων από τον Γερμανικό Εθνικισμό.
Παρόλα αυτά, η Ελλάδα μας που μέτρησε χιλιάδες θύματα τόσο του Κεμαλικού όσο και του Γερμανικού Εθνικισμού, ακόμα και σήμερα συνταράσσεται όχι από τους νοσταλγούς του Φασισμού, αλλά από τα σύγχρονα θύματα του λαϊκισμού με τον οποίο έχει καμουφλαριστεί. Νέοι άνθρωποι, κυρίως άντρες, άνεργοι ή άνθρωποι του μεροκάματου, χωρίς να γνωρίζουν τις ιστορικές διαστάσεις του Φασισμού, γίνονται συνειδητά ή ασυνείδητα υποστηρικτές του για να τιμωρήσουν την αδύναμη, προβληματική και ατελή Δημοκρατία μας.
Παρόμοια βέβαια φαινόμενα παρατηρούνται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Στην πραγματικότητα λοιπόν δεν είναι ορθός ο διαχωρισμός σε Φασίστες και Αντι-Φασίστες και μόνο προβλήματα περιέχει και κινδύνους κρύβει.
Το πραγματικό ερώτημα που καλείται η κοινωνία και ο κάθε ένας πολίτης ξεχωριστά να απαντήσει είναι: Φασισμός σε αντικατάσταση της προβληματικής λειτουργίας της Δημοκρατίας μας ή καλύτερη και περισσότερη Δημοκρατία;