Αρχιερατική θεία Λειτουργία για τον άγιο Παρθένιο προστάτη των καρκινοπαθών

ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΔΙΑΦΟΡΕΣ

AgiosPartheniosLampsakou201402

Την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου, εορτή του αγίου Παρθενίου, επισκόπου Λαμψάκου, προστάτου των καρκινοπαθών, ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε αρχιερατική θεία Λειτουργία και κήρυξε το θείο λόγο στον ιερό ναό Αγίου Σάββα Κυριωτίσσης Βεροίας. Στο τέλος της θείας Λειτουργίας τέλεσε μνημόσυνο για τα κεκοιμημένα μέλη του Συλλόγου Καρκινοπαθών Ημαθίας. Επίσης τέθηκαν σε προσκύνηση των πιστών τα ιερά λείψανα του αγίου Παρθενίου Λαμψάκου που φυλάσσονται στην ιερά μονή Παναγίας Δοβρά.

Στην ομιλία του ο σεβασμιώτατος τόνισε:

"«Χαίροις ὁ Λαμψάκου θεῖος ποιμήν καί θαυ­μά­­των βρύσις καί ἀκέ­νω­τος θησαυρός». Ὡς βρύση καί ἀκένωτο θησαυρό θαυμάτων χα­ρα­κτηρίζει ὁ ἱερός ὑμνο­­γράφος τόν ἑορ­τα­ζόμενο σήμερα ἅγιο Παρ­θένιο, ἐπί­σκο­πο Λαμ­­ψάκου. Ἄνθρωπος ἁπλός, εὐ­σεβής καί ταπεινός, δια­κρινόταν γιά τήν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του. Τό γεγονός αὐτό δέν διέ­φυγε τῆς προσοχῆς τοῦ ἐπισκόπου Μελι­του­πόλεως Φί­λιπ­που ὁ ὁποῖος τόν χει­ρο­τόνησε πρεσβύ­τερο, ἀλλά οὔτε καί τοῦ Μητροπολίτου Κυζίκου, ὁ ὁποῖος λίγο ἀργότερα τόν ἀνήγαγε στόν βαθμό τοῦ ἐπισκό­που.

Στή Λάμψακο, ὅπου κλήθηκε νά διακονήσει ὡς ἐπίσκοπος, διακρί­θη­κε γιά τήν ἁπλότητα τῆς ζωῆς του, τήν ἀγά­πη του πρός τό ποίμνιό του, τήν πίστη του πρός τόν Χριστό καί τήν ἀφο­­σί­ωσή του στήν Ἐκ­κλη­σία, χαρακτη­ρι­στι­κά πού τόν ἔκαναν ἰδι­αί­τερα ἀγαπητό στό ποί­μνιό του.

Καί δέν ἦταν μόνο αὐ­τά, γιατί ὁ Θεός ὁ ὁ­ποῖος ἐπιβλέπει καί χα­ριτώνει τούς ταπει­νούς, τόν προίκισε καί μέ ἄλ­λα θεῖα χαρί­σμα­τα, ὅ­πως τό προφητικό καί τό προορατικό χάρι­σμα, ἀλλά κυρίως μέ τή χά­ρη τῶν θαυ­μάτων καί τῶν ἰά­σεων.

Ποικίλες οἱ ἀσθέ­νειες πού θεράπευε μέ τήν προ­σευχή του, καί πολ­λοί οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁ­ποῖοι συνέρρεαν γιά νά ζητή­σουν τή θεραπεία καί τήν ἀπαλλαγή ἀπό τίς νόσους πού τούς τα­λαιπωροῦσαν. Καί ὁ ἅ­γιος δέν σταματοῦσε νά θεραπεύει ὅσο ζοῦ­σε, ἀλλά καί δέν στα­μά­τη­σε νά θερα­πεύει καί με­τά τήν κοίμησή του, ὅ­ποιον προστρέχει στή χά­ρη του καί ζητᾶ τή βοήθειά του.

Αὐτά τά θαύματα, ἀ­δελ­φοί μου, ἀποτε­λοῦν ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητός του, ἀποτελοῦν ἀπόδει­ξη τῆς παρουσίας τοῦ Θε­οῦ στή ζωή τῆς Ἐκ­κλη­σίας καί στή ζωή μας. Γιατί χωρίς τόν Θεό δέν γίνονται θαύ­μα­­τα· χωρίς τόν Θεό δέν μποροῦν νά γίνουν θαύματα· γιατί μόνο ὁ Θεός ἔχει τή δύναμη νά νικᾶ τούς ὅρους τῆς φύ­­σεως, καθώς εἶναι ἐ­κεῖνος πού τούς ἔθεσε· γιατί μόνο ὁ Θεός μπο­ρεῖ νά ξεπερνᾶ καί τόν χῶρο καί τόν χρόνο καί τόν ἴδιο τόν θάνατο καί νά θαυματουργεῖ διά τῶν ἁγίων του.

Καί αὐτά τά θαύματα τῶν ἁγίων του ἀποκα­λύ­­πτουν ἀφενός τή δι­κή του δύναμη, ἀποκα­λύπτουν ὅμως καί ἀφε­τέρου τό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού ὄχι μόνο παραχωρεῖ τή δύναμή του στούς ἀν­θρώ­πους πού τόν πί­στευ­­σαν καί τόν ἀγάπη­σαν, ἔτσι ὥστε δι᾽ αὐ­τῶν νά θαυματουργεῖ ἡ χάρη του, ἀλλά καί μᾶς δείχνει μέσω τῶν θαυ­μάτων τῶν ἁγίων του ποῦ μποροῦμε νά φθά­σουμε καί ἐμεῖς, ἄν ἀ­κο­­λουθήσουμε τόν δρό­­μο πού ἀκολούθη­σαν οἱ ἅγιοί μας, τόν δρόμο δηλαδή τῆς πί­στε­­­ως. Διότι ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀπαραίτητη προ­­ϋπό­θε­ση γιά νά γίνει ἕνα θαῦμα· εἶναι ὅμως ταυ­τόχρονα καί ἡ ἀπαραί­τη­τη προϋπόθεση γιά νά κατα­νοή­σει ὁ ἄν­θρωπος αὐ­τό τό θαῦμα. Γιατί θαύματα γίνονται καθημερινά, ἀλλά δέν τά ἀντιλαμβανόμαστε, δέν τά συνειδητο­ποιοῦ­με, γιατί τά θεωροῦμε αὐ­τονόητα, γιατί ἡ πί­στη μας στόν Θεό εἶ­ναι ἐπι­φα­νειακή καί ὄχι οὐ­­­σια­στική, ἔτσι ὥστε ἀντιμετω­πί­ζουμε στή ζωή μας τά πάντα χω­ρίς σκέψη καί χωρίς προ­βληματισμό. Καί ὅ­ταν βρεθοῦμε σέ κά­ποια ἀνάγκη, τότε περιμέ­νου­με τό θαῦμα, τότε ζη­­τοῦμε κάτι ἐντυ­πω­σια­κό, κάτι μεγάλο, κά­τι συγκλονιστικό. Ἀλ­­­λά τί εἶναι πιό συγ­κλο­νι­στικό καί πιό με­γάλο ἀπό τό ὅτι «ὀστέα νε­κρά», τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων μας, θαυ­μα­τουργοῦν καί ἰῶνται τίς νόσους μας.

Ἀδελφοί μου, ἄν θέ­λουμε νά ζήσουμε τό θαῦ­μα, ἄν θέλουμε νά ἀξι­ω­θοῦμε νά τό αἰ­σθαν­­­θοῦμε, νά τό νιώ­σουμε, νά τό ψηλα­φή­σουμε, ἕνας τρόπος μό­νο ὑπάρχει: νά συνεισ­φέ­ρουμε τήν πίστη μας. Αὐτή ζητᾶ ὁ Χριστός γιά νά κάνει τό θαῦμα. Αὐτή ζητοῦν καί οἱ ἅγι­οί μας. Ὄχι γιατί δέν μπο­­ροῦν νά κάνουν δια­φορετικά τό θαῦμα, ἀλλά γιατί ἄν τό κά­νουν, δέν θά τό κατα­νοή­σουμε ἐμεῖς.

Γι᾽ αὐτό ἄς μιμηθοῦμε καί ἐμεῖς τήν πίστη τῶν ἁγίων μας, ἄς μιμη­θοῦ­με τήν πίστη τοῦ ἁγίου Παρθενίου, ἐπισκόπου Λαμψάκου, καί τότε θά αἰσθανθοῦμε τή ζωή μας νά γεμίζει θαύ­μα­τα, τότε θά αἰσθαν­θοῦ­με καί ἐμεῖς τή χαρά καί τήν ἱκα­νο­ποίηση πού αἰσθάν­θη­καν ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Χρι­στοῦ μέ­χρι τίς ἡμέρες μας πού εἶδαν τό θαῦμα στήν προ­σωπική τους ζωή καί ἔζησαν τήν ἀπαλ­λαγή ἀπό τίς νόσους πού τούς ταλαιπω­ροῦ­σαν".