Οι Φίλοι του Μουσείου Εκπαίδευσης εκφράζουν την ανησυχία τους για την τύχη του μουσείου

ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

iev mouseio ekpaideysi

Φίλοι του Μουσείου Εκπαίδευσης «Χρίστος Τσολάκης», στο πλαίσιο της προηγούμενης συνεργασίας τόσο με τον ίδιο τον ιδρυτή και αείμνηστο δάσκαλο Χρίστο Τσολάκη όσο και με τη διοίκηση του Μουσείου, Δήμο Βέροιας και ΚΕΠΑ, καταθέτουν την εμπειρία αυτής της συνεργασίας και την ανησυχία τους για την τύχη του Μουσείου.

Το Μουσείο Εκπαίδευσης συστάθηκε ως νομικό πρόσωπο το 2005, με την υπ' αριθμό 1644 απόφαση του γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, που δημοσιεύθηκε στο υπ' αριθμόν 348 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως με στόχο την έκθεση του εκπαιδευτικού υλικού, τη μελέτη και την έρευνα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα από φοιτητές, εκπαιδευτικούς και μαθητές. Φιλοξενείται σ' ένα κτίριο περίπου 800 τ.μ., μέσα στο αλσύλλιο της πρώην Πανεπιστημιούπολης της Βέροιας. Ο χώρος και το κτίριο αποτελούσαν ιδιοκτησία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο τα παραχώρησε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εκεί στεγάστηκε το Μουσείο Εκπαίδευσης και παρέμεινε μετά την ένταξή του στην ΚΕΠΑ, που αποτελεί αυτοτελές νομικό πρόσωπο του Δήμου της Βέροιας από το 2011.

Το Μουσείο Εκπαίδευσης, όπως μετονομάστηκε σε Μουσείο Εκπαίδευσης «Χρίστος Τσολάκης» μετά το θάνατο του ιδρυτή του, αποτελεί μοναδικό στο είδος του για την πληρότητα του εκπαιδευτικού υλικού, το οποίο συγκέντρωνε ο Χρίστος Τσολάκης επί 45 χρόνια, από σχολεία όλης της χώρας, αλλά και από ελληνικά σχολεία της Αλβανίας και χωρών, όπου υπάρχουν κοινότητες Ελλήνων μεταναστών. Μοναδικό και το όραμα της λειτουργίας του. Ο ίδιος ο καθηγητής πανεπιστημίου Χρίστος Τσολάκης το περιέγραφε: «Από το αρχαίο αγγείο που εξεικονίζει το μαθητή και το δασκαλιστή την ώρα της διδασκαλίας ως τη σημερινή τάξη με τους κάθε είδους πίνακές της και τα θρανία της, από τις κηρωμένες πινακίδες και τα λευκώματα, τα τετράδια και τους στύλους, τις περγαμηνές και τους παπύρους έως τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Από την πανάρχαια μελάνη, που μικρό παιδί ετοίμαζε τρίβοντας τη μαύρη πέτρα ο μέγας ρήτωρ Αισχίνης στο παιδαγωγείο του πατέρα του έως τους κονδυλοφόρους, τις πένες με τα μελανοδοχεία και τα σημερινά μέσα γραφής. Από τις αρχαίες πένες με την άμμο έως τις νεότερες με το κονδύλι. Από τις πινακίδες, επάνω στις οποίες οι μαθητές έκλιναν ονόματα ή έκαναν πρόχειρες αριθμητικές πράξεις ή έγραφαν τις τιμωρίες έως το Οχτωήχι και το Ψαλτήρι (αναγνωστικά και αλφαβητάρια της τουρκοκρατίας), έως τα σημερινά σχολικά εγχειρίδια. Από την τοιχογραφία της Πομπηίας, όπου ένας μαθητής τιμωρείται με ραβδισμούς, ενώ δύο συμμαθητές του τον κρατούν από τα χέρια και τα πόδια (η σκηνή παραπέμπει στο μίμο του Ηρώνδα, 3ος π.Χ.) έως το σύνεργα του Παπ Αντριά (βέργες, φέλεκας/φάλαγκας, σουβλιά, νεκροκεφαλές) που αφηγείται ο Χρήστος Χρηστοβασίλης στα Διηγήματα του μικρού σχολειού. Μια τάξη με παλιά θρανία, κοντυλοφόρους και μελανοδοχεία. Θρανία, χάρτες, πίνακες, μια βέργα που κοκκίνισε πολλά παιδικά χέρια, αναγνωστάρια, βιβλία, ενδεικτικά, μαθητικά πηλήκια, μαθητικές ποδιές, όργανα Φυσικής και Χημείας, χάρακες, μηχανές προβολής. Από τα πιο παλιά, το Μέγα Αλφαβητάριο του Παπαγεωργίου, ένα βιβλίο πριν από την ίδρυση του ελληνικού κράτους.

Ένα μουσείο που παράλληλα με τη διάσωση/συλλογή/συντήρηση/προβολή των σχολικών ειδών, θα προωθεί την έρευνα και τη μελέτη, θα προσφέρει στους επισκέπτες τη δυνατότητα να γνωρίσουν τη διαχρονία της εκπαιδευτικής πράξης, θα αποτελέσει κέντρο έκδοσης μελετών βιβλίων και κέντρο επανέκδοσης παλαιών σχολικών εγχειριδίων (αλφαβηταρίων, αναγνωστικών κ.τ.λ), θα διαλέγεται με το εκπαιδευτικό παρελθόν του ανθρώπου. Μιλούμε, όπως αντιλαμβάνεστε για ένα μουσείο ενεργητικό (όχι παθητικό), δυναμικό (όχι στατικό)».

Ποια από τα οράματα του Χρίστου Τσολάκη υλοποιήθηκαν; Ποια από αυτά δρομολογήθηκαν; Αντιλήφθηκε άραγε η τοπική κοινότητα και οι αιρετοί της άρχοντες τα πολλαπλά οφέλη της λειτουργίας και ανάδειξης του μουσείου στην περιοχή μας; Πώς ανταποκρίθηκε η τοπική κοινότητα στα κελεύσματα του δασκάλου; Μετά την υπόκλιση στο ακάματο έργο του, πώς αξιοποίησαν οι τοπικοί άρχοντες την παρακαταθήκη που άφησε;

Όσο ακόμα ήταν εκείνος στη ζωή με την επιβλητική παρουσία του και τον πύρινο λόγο του, την αγάπη του για την παιδεία, το μουσείο πορευόταν στα ίχνη του. Σ΄αυτό το διάστημα δέχτηκε έναν ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό επισκεπτών αποτελώντας πόλο έλξης για μαθητές, εκπαιδευτικούς και επιστήμονες. Παράλληλα, ακολουθώντας τα σύγχρονα εκπαιδευτικά δεδομένα και αξιοποιώντας τον πλούτο των εκθεμάτων υλοποιήθηκε εκπαιδευτικό πρόγραμμα (το σχολικό έτος 2012-13 παρακολούθησαν το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Γραφής 3872 παιδιά από το νομό Ημαθίας και όμορους νομούς), με στόχο τη σύνδεση της ιστορίας της εκπαίδευσης με τη σύγχρονη πραγματικότητα.

Σήμερα, μόλις ένα χρόνο μετά την απώλεια του δασκάλου, το μουσείο είναι κλειστό. Έχει αναστείλει τη λειτουργία του λόγω έλλειψης προσωπικού και κονδυλίων. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς παραμένει μετέωρο καθώς και η χωρική του αναφορά, αφού η σύμβαση παραχώρησης της χρήσης του χώρου από το πανεπιστήμιο στο Δήμο - αν ποτέ υπήρξε - έχει προ πολλού εκπνεύσει και δεν έχει ανανεωθεί. Οι προοπτικές ανάδειξης του μουσείου, καθώς και οι πόροι από διάφορα ευρωπαϊκά και εθνικά προγράμματα παρέρχονται αναξιοποίητοι. Οι ανάγκες του μουσείου πολλαπλές και άμεσες. Η φύλαξη, η διάσωση, η συντήρηση του κτιρίου και του υλικού, η αφύγρανση για την πρόληψη της φθοράς του εύθραυστου υλικού, η αρχειοθέτηση-ψηφιοποίηση, η προβολή, η ανάδειξη, η έρευνα και το άνοιγμά του εκεί που κυρίως απευθύνεται, στην εκπαιδευτική κοινότητα και τη μαθητιώσα νεολαία μας, στοιχειοθετούν το αυτονόητο χρέος της τοπικής κοινωνίας σ΄έναν δάσκαλο που έφυγε και στην ανεκτίμητη πολιτιστική κληρονομιά που χάρισε στο Δήμο της Βέροιας.

Αυτή την ανάγκη αποπειράται να καλύψει ο νεοΐδρυθείς Σύλλογος Φίλων του Μουσείου Εκπαίδευσης με στόχο την ηθική και υλική ενίσχυση - ένταξη του μουσείου σε διαδικασίες χρηματοδότησης μέσω εθνικών, ευρωπαϊκών και άλλων πόρων - τη διαρκή συμπαράσταση στη λειτουργία και εμπλουτισμό του υλικού, τη διοργάνωση εκδηλώσεων και ενδυνάμωση του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου του μουσείου. Η συνεργασία και η αμέριστη ενίσχυση της συμπατριώτισσάς μας και συνοδοιπόρου στο έργο του, φιλολόγου κ. Στάσας Βαγουρδή -Τσολάκη, χήρας του εκλιπόντος, ενθαρρύνει το έργο μας. Καλούμε τους πολίτες αυτής της κοινωνίας, τους ανθρώπους που γνώρισαν και εμπνεύστηκαν από το δάσκαλο Χρίστο Τσολάκη να συμπορευτούν μαζί μας για την αξιοποίηση της πνευματικής κληρονομιάς του.

Στην παρούσα συγκυρία που ο πολιτισμός και τα γράμματα απειλούνται με ποικίλους τρόπους εκφράζουμε την ανησυχία μας για την τύχη του μουσείου και τη διάσωση του υλικού. Η λειτουργία του μουσείου ενδυναμώνει το τοπικό συμφέρον από τη μια πλευρά και από την άλλη, αποτελεί χρέος απέναντι στο δάσκαλο Χρίστο Τσολάκη και την παρακαταθήκη που αυτός άφησε στο όραμα της παιδείας των νέων μας.

Φίλοι του Μουσείου Εκπαίδευσης
«Χρίστος Τσολάκης»