ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - ΒΙΒΛΙΟ
Σήμερα, στην αίθουσα εκδηλώσεων της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Βέροιας, παρουσία πλήθους κόσμου, παρουσιάστηκε το βιβλίο του Δ. Κλήμη «Αναδρομές στην Ημαθία γη…». Ο πρόεδρος του Συλλόγου Βεροιέων Αθηνών κος Βάτσιος, μίλησε για τον συγγραφέα, φίλο, συμμαθητή και για τη θέση του στη Βεροιώτικη δραματολογία. Συγκινημένος εξέφρασε τις ευχαριστίες του για την προσφορά του.
Στη συνέχεια μίλησε για τον συγγραφέα ο Δημοσιογράφος κος Δημήτρης Καρασάββας.
Ο κος Καρασάββας υπογράμμισε:
«Στις μέρες μας, σπανίζουν πια οι άνθρωποι που μπορούν να διηγηθούν κάποια ιστορία με τον σωστό τρόπο. Να φταίει άραγε το γεγονός ότι οι άνθρωποι πορεύονται αποξενωμένοι μεταξύ τους, εγκαταλείποντας την θαλπωρή της συντροφιάς; Ίσως πάλι, να ευθύνεται ο δισταγμός που εντοπίζεται στις διαπροσωπικές σχέσεις, αφού η αφήγηση ταυτίζεται με την εμπειρία, κι αυτό δυσκολεύει τα πράγματα, δημιουργώντας ποικίλα συναισθήματα, μέχρι και υποψίες. Γιατί, ο αφηγητής, ως αυτόπτης μάρτυρας, μιας σκηνής, ενός περιστατικού, των γεγονότων, ή και μιας εποχής, είναι ο ευνοούμενος θεατής, που ταυτίζεται με το παρόν, έχοντας την κατάλληλη απόσταση και την σωστή οπτική γωνία. Όμως στις μέρες μας, η τιμή της εμπειρίας έχασε την αξία της. Κι αφού οι ιστορίες δεν μεταβιβάζονται πλέον, από στόμα σε στόμα, η αφήγηση βρήκε το καταφύγιό της στον γραπτό λόγο. Όμως και πάλι, οι δυσκολίες μεταβίβασης της εμπειρίας είναι δεδομένες, αφού ο αφηγητής καλείται να αποδώσει μία ιστορία, με τρόπο ώστε να γίνει κατανοητή, αλλά και να μην ξεχαστεί. Έτσι, στην θέση των χειρονομιών που συνοδεύουν μία προφορική αφήγηση, στον γραπτό λόγο ο αφηγητής πρέπει να έχει το χάρισμα να εμπλουτίσει την ιστορία του με την ανάλογη περιγραφική δεινότητα.
Χρειάστηκε αυτή η μικρή εισαγωγή προκειμένου να γίνει αντιληπτή η ξεχωριστή περίπτωση του Δημήτρη Κλήμη, η συγγραφική προβολή του οποίου, συνοδεύεται από εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το ευκολοπρόσληπτο μιας αφηγούμενης ιστορίας. Στις «Αναδρομές στην Ημαθία γη…», ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει μία λαμπρή περίπτωση λογοτεχνικής γραφής, και μάλιστα από έναν άνθρωπο που δεν έχει εξειδικευμένες γνώσης περί την δημιουργική γραφή. Έχει όμως το χάρισμα, άρα έχει τα πάντα. Επιμένω στην λογοτεχνική διάσταση της γραφής του Δ. ΚΛήμη, για να εντοπιστεί έτσι η αυτοτέλεια των ιστοριών του. Δηλαδή, ενώ ο πυρήνας των ιστοριών του ξεκινά από πραγματικά συμβάντα, στην εξέλιξή τους τα κείμενα, καλλωπισμένα από την λογοτεχνική του γραφίδα, μετατρέπονται σε διηγήσεις με αξιοσημείωτη νοηματοδότηση. Έτσι οι δικές του αναμνήσεις μπορούν να φτάσουν στους άλλους και ως διηγήματα. Οι ιστορίες του, δημοσιευμένες σε τοπικές εφημερίδες – προδικτατορικά στην «Εξόρμηση», πρόσφατα στην «Βέροια» -, δείχνουν μία αλλαγή στην γραφή του. Στην πρώτη περίοδο τα κείμενά του, κοντά στο χρονογράφημα, είναι επηρεασμένα από την πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής με έντονο το στοιχείο της αβεβαιότητας, αλλά και της αγωνίας. Στην δεύτερη σύγχρονή μας περίοδο, οι αναμνήσεις, προβάλλουν πίσω από το πέπλο της λήθης και μετατρέπονται σε κείμενα με διδακτική αξία. Στην πρώτη περίοδο, η γραφή του συγκρατημένη, αλλά σαφώς υπεύθυνη, μαρτυρά έναν συγγραφέα με αντιπολεμικά, φιλειρηνικά και ανθρωπιστικά αισθήματα. Στην δεύτερη, η γραφή του γίνεται σαφώς συναισθηματική, αφού οι αναμνήσεις, μέρος της βιωμένης εμπειρίας, πάντα ξεσηκώνουν τα συναισθήματα. Σ’ αυτήν ακριβώς την περίοδο, είναι που ξεδιπλώνει τα λογοτεχνικά του χαρίσματα ο Δ. Κλήμης, με την ρέουσα γλώσσα και την περιγραφική δεινότητα να αναδεικνύουν το συγγραφικό του ταλέντο.
Ο Δ. Κλήμης, της δεύτερης περιόδου – στα κείμενα του στην «Βέροια» - αφήνει στις διηγήσεις του το ίχνος του διηγούμενου. Θυμάται πολλά, τα καταγράφει και καλεί τον αναγνώστη σε μία περιδιάβαση στην Βέροια που χάθηκε, σε εποχές ταραγμένες, αλλά και ειρηνικές. Αναφορές σε πρόσωπα, καταστάσεις, εικόνες, εποχές, περιστατικά, συναντήσεις, αφορμές, με αντίστοιχα φωτογραφικά θέματα (όπου αυτά υπάρχουν), ανασυνθέτουν ένα συγκλονιστικό, συγκινητικό και άκρως ενδιαφέρον παρελθόν.
Έτσι, ο Συγγραφέας μας οδηγεί σε ατραπούς που ζυμώνουν τον άνθρωπο, τον γαλουχούν με εκείνο το υλικό, όμοιο με τις πέτρες του Δευκαλίωνα και της Πύρας που γέννησαν Ανθρώπους.
Πολλά έχει να θυμηθεί ο αναγνώστης που θα σκύψει στο βιβλίο του Δ. Κλήμη, όπως για το παλιό πανηγύρι του Αγίου Αντωνίου, την παλιά Βέροια, τις ασχολίες των ανθρώπων της, τις εναλλαγές των εποχών, τον Αλιάκμονα, το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, τις εκκλησίες της πόλης, το παλιό καρναβάλι, καθημερινές σκηνές από τ’ αλλοτινά χρόνια, φυσικές ομορφιές, κυνηγετικές εξορμήσεις, νεανικά σκιρτήματα και συναντήσεις στην ωριμότητα, αναμνήσεις από τον ξενιτεμό. Δεν είναι μόνο η περιγραφική ικανότητα που ξεχωρίζει στην γραφή του Δ. Κλήμη, αλλά και η παράλληλη φιλοσοφική χροιά που ντύνει τον λόγο του, στοιχείο ευδιάκριτο, στο οποίο επανέρχεται κάθε φορά που κρίνει αναγκαίο.
Ωστόσο, κι αυτό πρέπει να επισημανθεί, ο Συγγραφέας στέκεται Τίμιος απέναντι στις αναμνήσεις του, γι αυτό και οι αφηγήσεις του έχουν – πέραν της συγκινητικής ή και νοσταλγικής ενθύμησης ή αναπόλησης -, και ηθικοπλαστικό χαρακτήρα. Ενδεικτικό και του δικού του ηθικού υπόβαθρου, αποτελούν δύο αφηγήματά του, που αναφέρονται στα δύσκολα και τραγικά χρόνια της Κατοχής. Στα «Γυμνά Χρόνια…», στην βαρυχειμωνιά του ’42, θυμάται και μνημονεύει την συγκινητική περίπτωση της Κατίνας Καλογήρου, που δεν αδιαφόρησε βλέποντας δύο πεντάχρονα πεινασμένα αγόρια – τον συγγραφέα και τον αδελφό του -, κι από το λίγο που είχε για τα δικά της τέσσερα αγόρια, μπόρεσε να ξεχωρίσει το πρόσφορο της αγάπης της, προκειμένου να ξεθυμάνει την άγρια πείνα τους! Στο «Ένας! Από τους εκατόν ένα», θυμάται και μνημονεύει την συγκλονιστική ιστορία του Πατριώτη- Αντιστασιακού Κώστα Πλωμαρίτη, που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στο Στρατόπεδο Π. Μελά στην Θεσσαλονίκη, στις 6 Ιουνίου 1944, που όντως Ένας στους «101» δεν θέλησε να είναι έξω από τους «100»! Τέτοιου φυράματος Άνθρωποι γαλούχησαν τον Άνθρωπο Δ. Κλήμη. Η Κατίνα Καλογήρου και ο Κώστας Πλωμαρίτης έκτισαν και τον Συγγραφέα Δ. Κλήμη, που δεν λησμόνησε ποτέ την ανθρωπιστική και πατριωτική τους στάση, και τώρα μέσα από το βιβλίο του, και με την ηθική του μνεία τους παραδίδει στην Αιωνιότητα!
Ο Αναγνώστης που θα επιχειρήσει το νοερό ταξίδι στις «Αναδρομές στην Ημαθία γη…», σε μία πρώτη ανάγνωση θα αντιληφθεί, μέσα από την βεργιώτικη προσωπογραφία και τοιχογραφία, μία πόλη που χάθηκε μαζί με πολλούς από τους ανθρώπους της. Θα συγκινηθεί, θα συγκλονιστεί, θα νοσταλγήσει, αλλά θα συνεχίσει την προσωπική του οδοιπορία. Σε μία δεύτερη ανάγνωση, θα προβληματιστεί, κι αν επιμείνει θα κατανοήσει ότι οι αφηγήσεις του Δ. Κλήμη είναι υφασμένες από το υλικό της βιωμένης ζωής, άρα είναι Σοφία, και συνιστούν Συμβουλή. Συμβουλή του Συγγραφέα προς τον Αναγνώστη, να παραμείνουμε Άνθρωποι…».